Πριν από έναν και πλέον χρόνο ξεκίνησαν οι εργασίες για τη δημιουργία της «όασης» στα Αντικύθηρα η οποία έχει ως σκοπό τη βελτίωση των δυνατοτήτων ανεφοδιασμού των μεταναστευτικών μικρόπουλων στο νησί. Σήμερα οι εγκαταλειμμένοι αγροί έχουν αναγεννηθεί και η ομάδα πεδίου της Ορνιθολογικής είχε τη χαρά να διαπιστώσει την άμεση ανταπόκριση των πουλιών (και της υπόλοιπης άγριας ζωής) σε αυτόν τον νέο βιότοπο.
Πρώτο μέλημα του προγράμματος ήταν η περίφραξη του αγροτεμαχίου για την αποφυγή εισόδου κατσικιών σε αυτό, καθώς ο μεγάλος αριθμός κατσικιών που βόσκουν ελεύθερα στο νησί αποτελεί μεγάλο κίνδυνο για την επιβίωση των νέων φυτών. Η λύση που τελικά επιλέχθηκε ήταν αυτή της ηλεκτροφόρας περίφραξης, η οποία έχει πολλά πλεονεκτήματα, όπως χαμηλό κόστος, μικρές απαιτήσεις συντήρησης, ευκολία κατασκευής και μικρή οπτική όχληση στο φυσικό περιβάλλον του νησιού. Το σύστημα της περίφραξης τροφοδοτείται από ηλιακό συλλέκτη και έως σήμερα έχει αποδειχθεί ιδιαιτέρως αποτελεσματικό.
Όταν η περίφραξη ήταν πλέον έτοιμη, η ομάδα ξεκίνησε τις φυτεύσεις δένδρων και την καλλιέργεια των χωραφιών.
Η εγκατάσταση του δενδρών αλλά και των μονοετών καλλιεργειών σε ένα μικρό και απομονωμένο νησί αποτελούσε πραγματική πρόκληση και χρειάστηκε προσεκτικό και ακριβή σχεδιασμό. Τα κύρια θέματα που η ομάδα σχεδιασμού και υλοποίησης είχε να αντιμετωπίσει ήταν:
- Οι δυσμενείς (για τις καλλιέργειες) περιβαλλοντικές συνθήκες που επικρατούν στα Αντικύθηρα, όπως οι υψηλές θερμοκρασίες, η ξηρασία, οι ισχυροί άνεμοι και η υψηλή αλατότητα.
- Η μακρόχρονη εγκατάλειψη των αγροτεμαχίων.
- Η έλλειψη πηγών νερού στο νησί.
- Οι δυσκολίες κατασκευής και συντήρησης υποδομών στην περιοχή όπως και μεταφοράς υλικών και αναλώσιμων, λόγω της υψηλής απομόνωσης της περιοχής και της έλλειψης εργατικού δυναμικού.
Όλα όμως αντιμετωπίστηκαν μέσω:
- Επιλογής μόνο γηγενών ειδών φυτών για τη δημιουργία του αγροκτήματος, απόλυτα προσαρμοσμένων στις νησιωτικές περιβαλλοντικές συνθήκες. Παραδείγματος χάρη, είδη δένδρων που επελέγησαν ήταν, κατά κύριο λόγο, η ελιά, η χαρουπιά, η συκιά και η αμυγδαλιά. Επιπρόσθετα, οι σπορές μονοετών σιτηρών και ψυχανθών έγιναν δίνοντας προτεραιότητα σε είδη που μπορούν να καλλιεργηθούν ξηρικά, ενώ παράλληλα καλλιεργήθηκαν, ανάλογα με τη διαθεσιμότητα, και τοπικές ποικιλίες (κριθάρι, φάβα), οι οποίες είναι απόλυτα προσαρμοσμένες στις τοπικές συνθήκες.
- Προσεκτικής προετοιμασίας του εδάφους πριν τις φυτεύσεις. Η προετοιμασία αυτή συμπεριλάμβανε μηχανική κατεργασία του εδάφους, λίπανση, αύξηση της διαθέσιμης εδαφικής υγρασίας, πάντα σύμφωνα με τα ευρήματα της εδαφολογικής ανάλυσης που είχε προηγηθεί.
- Εγκατάστασης συστήματος στάγδην άρδευσης και κατάρτισης προγράμματος αρδεύσεων με στόχο την κάλυψη των αναγκών των φυτών με την ελάχιστη δυνατή κατανάλωση υδατικών πόρων. Όπου υπήρχε η δυνατότητα, οι καλλιέργειες αναπτύχθηκαν ως ξηρικές. Μια παραδοσιακή στέρνα, η οποία αποτελεί ιδιοκτησίας της Ορνιθολογικής, συντηρήθηκε προκειμένου το νερό που θα συγκεντρώνει να χρησιμοποιηθεί για την άρδευση των καλλιεργειών.
- Προσπάθειας για όσο το δυνατόν ακριβέστερο σχεδιασμό του έργου, αξιοποίησης στο μέγιστο της βοήθειας που παρείχαν οι εθελοντές του Ορνιθολογικού Σταθμού Αντικυθήρων και, φυσικά, υπήρξε αμέριστη υποστήριξη από την τοπική κοινωνία. Ο συνδυασμός αυτών των παραγόντων επέτρεψε την ομαλή περάτωση των εργασιών.
Τέλος, το εγχείρημα ολοκληρώθηκε με την κατασκευή του θερμοκηπίου, το οποίο αποτελεί το φυτώριο στο οποίο θα γίνεται η παραγωγή των φυταρίων, για να χρησιμοποιηθούν για την επέκταση των οάσεων σε όλο το νησί.
Αυτή την περίοδο μικρόπουλα που περνούν από τα Αντικύθηρα, μεταναστεύοντας στην Αφρική, σταματούν για τροφή και ξεκούραση στο αγροτεμάχιο και ευελπιστούμε στο άμεσο μέλλον να αποτελεί έναν περιζήτητο σταθμό για όλο και περισσότερα πουλιά και μια πραγματική όαση στο μεγάλο και επικίνδυνο ταξίδι τους.